από Silvia Sbaiz
Πρόσφατα αναζωπυρώθηκε στη διεθνή σκηνή το ενδιαφέρον για μια πρωτοβουλία πολιτικής και εμπορικής πολυμέρειας μεταξύ των χωρών BRICS, η οποία θα μπορούσε να καταστήσει αναγκαία την αναθεώρηση της τρέχουσας γεωπολιτικής τάξης που σήμερα βασίζεται στην αμερικανική κεντρικότητα. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να εξετάσει την πρωτοβουλία αυτή και την πιθανή διαμόρφωση μιας νέας Παγκόσμιας Τάξης.
Οι στόχοι της νέας συμμαχίας…
Το ακρωνύμιο “BRICS” επινοήθηκε το 2001 από την Goldman Sachs για να προσδιορίσει ένα νέο γεωοικονομικό σύνολο που αντιπροσωπεύεται από τη Βραζιλία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική, οι οποίες χαρακτηρίζονταν τότε ως “αναδυόμενες” χώρες. Η 15η σύνοδος κορυφής των BRICS πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2004 στη Νέα Υόρκη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στο Γιοχάνεσμπουργκ από τις 22 έως τις 24 Αυγούστου με προγραμματική λειτουργία και με θέμα “BRICS και Αφρική: εταιρική σχέση για αμοιβαία επιτάχυνση της ανάπτυξης, βιώσιμη ανάπτυξη και πολυμέρεια χωρίς αποκλεισμούς”.
Το “πενταμερές κλαμπ” αντιπροσωπεύει το 36% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 47% του παγκόσμιου πληθυσμού και βασίζεται “σε μια ομοιότητα αξιών, όπως η πολυμερής συνεργασία χωρίς αποκλεισμούς, η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, η διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και ασφάλειας και η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών” (15η σύνοδος κορυφής BRICS: όλα τα σημεία της τελικής δήλωσης).
Ο στόχος των BRICS φαίνεται να είναι ξεκάθαρος: να δομήσουν ένα μπλοκ χωρών που θα απελευθερωθεί σταδιακά από τη δυτική ηγεμονία τόσο σε οικονομικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο, δρομολογώντας επίσης μια διαδικασία απο-δολαριοποίησης και προσφυγής σε νέους πολυμερείς οργανισμούς.
Όσον αφορά την πρώτη πτυχή, προωθείται η υιοθέτηση νέων διεθνών συστημάτων πληρωμών, ώστε να εγκαταλειφθεί η χρήση του δολαρίου ΗΠΑ και να ευνοηθεί η χρήση τοπικών νομισμάτων ή, σε μια μάλλον ουτοπική εναλλακτική λύση, η εισαγωγή ενός ενιαίου νομίσματος (Τι είναι ένα νόμισμα BRICS και έχει πρόβλημα το δολάριο ΗΠΑ;). Χέρι χέρι με την αποδολαριοποίηση είναι η επιθυμία να διεθνοποιηθεί η χρήση του κινεζικού νομίσματος, του ρενμίνμπι, το οποίο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιθυμητά του Πεκίνου, σε τέτοιο βαθμό ώστε, ενδεικτικά, οι προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου άρχισαν να πληρώνονται σε ρούβλια και ρενμίνμπι. Αυτό αναδεικνύει, ωστόσο, ab origine ορισμένες κρίσιμες πτυχές: (i) η Κίνα ακολουθεί μια σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς, η οποία, αν και δεν είναι εντελώς απαλλαγμένη από τα τυπικά στοιχεία της καπιταλιστικής λογικής, εμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, ενώ ταυτόχρονα υπόκειται σε επιβλητικό κρατικό έλεγχο- (ii) τα κύρια συναλλαγματικά αποθέματα των κεντρικών τραπεζών του κόσμου (συμπεριλαμβανομένης της Κίνας) είναι σε δολάρια ΗΠΑ και (iii) το δολάριο, σε αντίθεση με το κινεζικό νόμισμα, έχει μια εξωεδαφική λειτουργία, η χρήση του οποίου γίνεται στο 41% των παγκόσμιων συναλλαγών.
Όσον αφορά τη δεύτερη πτυχή, προτείνεται η μεταρρύθμιση των οργανισμών που θεσπίστηκαν με τις συμφωνίες του Bretton Woods μέσω της χρήσης νέων θεσμών και της υιοθέτησης νέων χρηματοδοτικών μέσων, δηλαδή (i) της Νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας, ως εναλλακτική λύση στην Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που λειτουργεί ήδη από το 2016 με σκοπό τη χρηματοδότηση έργων των BRICS, και (ii) τη Συμφωνία για τα ενδεχόμενα αποθέματα, έναν περιφερειακό μηχανισμό χρηματοδότησης που υπογράφηκε το 2015 με σκοπό την παροχή χρηματοδοτικής στήριξης και προληπτικών μέσων στις χώρες μέλη (οι BRICS θέλουν να αντικαταστήσουν το σύστημα Bretton Woods με ένα εναλλακτικό νόμισμα στο δολάριο).
Μια γεωπολιτική χίμαιρα;
Επί του παρόντος, οι δεσμοί των BRICS είναι απλώς de facto και βασίζονται σε μη δεσμευτικές συμφωνίες. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι η ομάδα δεν αποστρέφεται την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, σε τέτοιο βαθμό που, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, τονίζει τόσο την ανάγκη οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των προσχωρούντων χωρών να γίνονται στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου όσο και τη δέσμευση να ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.
Στο σημείο αυτό είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί, όπως αναλύεται εκτενέστερα σε ένα έγγραφο του Gabriel Webber Ziero (Looking for a BRICS perspective on International Law), ότι οι BRICS θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια ερμηνεία και εφαρμογή του διεθνούς δικαίου σύμφωνα με μια “διαφορετική προοπτική” (τον λεγόμενο “προοπτικισμό” του Νίτσε) και ça va sans dire ποιες θα μπορούσαν να είναι οι επιπτώσεις της προσχώρησης σε νέα ερμηνευτικά μοντέλα. Για παράδειγμα, ένας προκαταρκτικός προβληματισμός που προκύπτει συνίσταται στο γεγονός ότι η προσκόλληση σε μια διαφορετική “προοπτική” θα συνεπαγόταν την απόδοση κανονιστικών εννοιών που λαμβάνονται απευθείας από την οικονομικοκοινωνική πραγματικότητα (ευμετάβλητη, αυθαίρετη και αβέβαιη) εις βάρος μιας μονοσήμαντης ερμηνείας των νομικών κανόνων (της δυτικής), η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανατροπή ή, τουλάχιστον, στην τροποποίηση (εν όλω ή εν μέρει) της ευρωαμερικανικής θεώρησης των ίδιων αρχών που παγιώθηκε με την πάροδο του χρόνου.
Οι de facto συμφωνίες, η ετερογένεια των πολιτικών συστημάτων, τα διαφορετικά γεωπολιτικά συμφέροντα, η παρουσία αυταρχισμού, η απουσία ενιαίας αγοράς και κοινού νομικού πλαισίου, οι χώρες που ανταγωνίζονται σε διάφορα επίπεδα (Ρωσία, Ινδία και Κίνα) είναι πτυχές που θα μπορούσαν να απειλήσουν την αποτελεσματική εφαρμογή της πρωτοβουλίας, υποβιβάζοντάς την σε μια απλή αντιδυτική προπαγανδιστική ομάδα- από την άλλη πλευρά, ωστόσο, οι πτυχές αυτές επιβεβαιώνονται από ορισμένα ευνοϊκά στοιχεία, όπως, για παράδειγμα, η διαφοροποίηση του εμπορίου και η μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη των υποδομών μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν.
Και όμως, οι δυσκολίες αυτές σίγουρα δεν θα αποτελέσουν αποτρεπτικό παράγοντα για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των διαφόρων μελών, ενώ ακόμη και η σχέση Κίνας-Ρωσίας φαίνεται να επωφελείται από μεγαλύτερη δυναμική τόσο από εμπορική άποψη (αρκεί να σκεφτούμε ότι το 2022 το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών έφτασε σε αξία τα 190,271 δισεκατομμύρια δολάρια), όσο και από διπλωματική άποψη (είναι γνωστή η “φιλορωσική ουδετερότητα” της Κίνας στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο). Αντίθετα, η αντίθεση των ιδανικών και η παρουσία ενός αυταρχικού καθεστώτος βρίσκουν σύγκλιση στον προσδιορισμό ενός “κοινού εχθρού”: της Δύσης.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο στόχος του Πεκίνου να αποκτήσει κεντρική θέση στην παγκόσμια διακυβέρνηση – το σχέδιο “Νέος Δρόμος του Μεταξιού” (Belt and Road Initiative, BRI) που ξεκίνησε το 2013 αποτελεί πρόδρομο υπό αυτή την έννοια – υπονομεύεται σε πολλά μέτωπα, πρώτα και κύρια στο εσωτερικό, δεδομένου ότι η επιτυχία των δύο πρωτοβουλιών “BRI(CS)” σχετίζεται επίσης με τη συνέχιση της ηγεμονίας του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ), το οποίο, ωστόσο, βιώνει μια προοδευτική απώλεια της κινητήριας ιδεολογίας και της προσήλωσης του πληθυσμού στις αξίες του (Το ξύπνημα του δράκου, Η απειλή μιας Κίνας χωρίς στρατηγική).
Σε αυτό προστίθενται (i) η κρίση στον τομέα των κατασκευών και των υποδομών (η κρίση του γίγαντα των ακινήτων Evergrande είναι ένα παράδειγμα) και (ii) μια γενική φάση οικονομικής στασιμότητας που υπαγορεύεται από τη μείωση του πληθυσμού, την αύξηση του δημόσιου χρέους, τη μείωση της παραγωγικότητας και την απουσία μεταρρυθμίσεων προσανατολισμένων στην αγορά (Chinese Involution).
Προς μια νέα παγκόσμια τάξη;
Η ανάδυση ενός νέου πόλου ανάπτυξης – ο οποίος έχει λάβει τη μορφή της εταιρικής σχέσης BRICS και στον οποίο θα προσχωρήσουν πιθανώς η Αργεντινή, η Αίγυπτος, η Αιθιοπία, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα από την 1η Ιανουαρίου 2024 – είναι σύμπτωμα του αποσπασματικού χαρακτήρα και της εξασθένησης της επιρροής του δυτικού μπλοκ, καθώς και της ανεπάρκειας του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας, θεσμών που είναι αναχρονιστικοί σε σχέση με το μεταβαλλόμενο διεθνές πλαίσιο και χρειάζονται μεταρρύθμιση.
Μια “κακοδαιμονία” που αναδείχθηκε όχι λιγότερο από την ετήσια συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που πραγματοποιήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους στη Νέα Υόρκη, η οποία σημαδεύτηκε από την απουσία των αντιπροσωπευτικών ηγετών τεσσάρων από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας: της Ρωσίας (για τους γνωστούς λόγους), της Κίνας, της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας.
Ποια θα είναι η εξέλιξη των κύριων άτυπων ομάδων της παγκόσμιας διακυβέρνησης (G2, G7, G8, G20 (συμπεριλαμβανομένων των BRICS); Θα σηματοδοτήσει η νέα μορφή συνεννόησης την αδυσώπητη κατάρρευση της Δύσης ή θα καταφέρουν οι διεθνείς παίκτες να διαμορφώσουν μια νέα συνεννόηση στην οποία το Πεκίνο θα αποκτήσει πιθανότατα σημαντικό ρόλο;
Το μόνο που απομένει είναι να επιστρέψουμε στο σημείο εκκίνησης: βρισκόμαστε στο “προοίμιο μιας νέας διεθνούς τάξης”;
Η σταδιακή επιβεβαίωση του “νέου πόλου της ανάπτυξης” ανοίγει αναμφίβολα τη δυνατότητα συγκρότησης μιας νέας Τάξης, η οποία, αν και δεν χρειάζεται να συνεπάγεται την εξουδετέρωση του ρόλου της Δύσης, καθιστά εμβληματική την ανάγκη μιας νέας στρατηγικής εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο πρέπει να διαβαστεί από μια διττή οπτική γωνία: σε μια αισιόδοξη προοπτική, μπορεί να δούμε την έναρξη διαλόγων μεταξύ των διαφόρων διεθνών δρώντων στο πλαίσιο των σημερινών πολυμερών οργάνων (και με σκοπό την ανανέωσή τους)- ή, σε περίπτωση απουσίας πνεύματος συνεργασίας μεταξύ των μερών, το ενδεχόμενο ο ευρωατλαντικός άξονας να εφαρμόσει νέα μέτρα γεωοικονομικής φύσης (π.χ. περιορισμοί εξαγωγών, επιβολή εμπορικών κυρώσεων κ.λπ.) για να αποκρούσει ενδεχόμενες απειλές από τις χώρες BRICS.
Με πληροφορίες από geopolitica.info