Γράφει ο Αντιστράτηγος (ε.α) Δημήτριος Μπονώρας*
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα ακόμα επεισόδιο στην τεκτονική γεωπολιτική σύγκρουση που βρίσκεται σε εξέλιξη και έχει ως έπαθλο την Ευρώπη. Η επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Γιουγκοσλαβία και η επέκτασή του προς τα ανατολικά ήταν τα πρώτα επεισόδια της σύγκρουσης αυτής που διεξάγεται μεταξύ της ευρωατλαντικής και ευρασιατικής δύναμης.
Το τέλος του Β’ΠΠ οδήγησε στον καθορισμό περιοχών επιρροής μεταξύ της ευρωατλαντικής δύναμης που είναι οι ΗΠΑ με τους συμμάχους τους και της ευρασιατικής δύναμης που ήταν η ΕΣΣΔ. Επιπλέον, διαμορφώθηκε το σύγχρονο διεθνές θεσμικό σύστημα, το οποίο θεσμοθέτησε, με τη δημιουργία του ΝΑΤΟ, την εμπλοκή στα θέματα της Ευρώπης των ΗΠΑ, μιας μη ευρασιατικής δύναμης.
Το ΝΑΤΟ αποτελεί το όργανο που έχει ως κύρια αποστολή να ενισχύει τη συνοχή της ευρωατλαντικής δύναμης και να ορίζει ως απειλή όποια δύναμη αναδύεται από την ευρασιατική περιοχή. Η ενίσχυση του ευρωατλαντικού δεσμού (euroatlantic bond) αποτελεί ένα από τα βασικά κριτήρια αξιολόγησης των νατοϊκών πολιτικών ή δράσεων
Στη μεταπολεμική περίοδο η Ευρώπη έχει πάψει να είναι το υποκείμενο της διεθνής σκηνής και έχει γίνει το αντικείμενο διεκδίκησης των σύγχρονων γεωπολιτικών παικτών.
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ ήταν κυρίως μια γεωπολιτική καταστροφή που έφερε ανακατατάξεις, αστάθεια και περιφερειακές συγκρούσεις. Φιλόδοξοι περιφερειακοί παίκτες είδαν το κενό που εμφανίσθηκε και το θεώρησαν ως παράθυρο ευκαιρίας για να υλοποιήσουν τις φιλοδοξίες τους.
Οι φιλοδοξίες αυτές άνθισαν όταν το επίσημο δόγμα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ περιγραφόταν από το σύνθημα «America First» δίνοντας προτεραιότητα στα εσωτερικά θέματα τους, και όταν οι ΗΠΑ έστρεψαν την προσοχή τους στον Ειρηνικό.
Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η ΕΕ στράφηκε προς τη Ρωσία για να προμηθευτεί ενεργειακούς πόρους αλλά για να διεισδύσει στη παρθένα ρωσική αγορά. Η αλληλεξάρτηση αυτή έφερε κοντά τις χώρες της ΕΕ με τη Ρωσία.
Η Ρωσία δεν έχει τα χαρακτηριστικά μιας παγκόσμιας δύναμης με όρους δημογραφικούς, οικονομικούς, τεχνολογικούς και στρατιωτικής ισχύος. Όμως αυτό που την κάνει υπολογίσιμη είναι ότι κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της ευρασιατικής περιοχής, έχει αστείρευτους φυσικούς πόρους και είναι πυρηνική δύναμη.
Η στενή συνεργασία και η αλληλεξάρτηση της ΕΕ με τη Ρωσία άρχισε να δημιουργεί συνθήκες πιθανής επανεμφάνισης μιας νέας ευρασιατικής δύναμης.
Εάν η Ρωσία μετατρεπόταν σε μια ευρωπαϊκού τύπου δημοκρατία και γινόταν μέλος της ΕΕ, τότε η ΕΕ θα ήταν μια ευρασιατική δύναμη πανίσχυρη καθώς θα ήταν δημοκρατική, με υψηλή τεχνολογία, ισχυρή οικονομία και έναν πληθυσμό που θα μπορούσε να συντηρήσει μια ισχυρή οικονομία και βιομηχανία.
Σε στρατιωτικό επίπεδο θα ήταν η ισχυρότερη παγκόσμια δύναμη. Γεωγραφικά θα ήταν ένα χερσαίος διάδρομος που θα ένωνε τον Ατλαντικό και Ειρηνικό Ωκεανό. Θα ήλεγχε όλες τις κρίσιμες θαλάσσιες οδούς και θα είχε πρόσβαση σε άφθονους φυσικούς πόρους.
Στη περίπτωση αυτή οι ΗΠΑ θα περιοριζόταν στο βόρειο τμήμα της Αμερικανικής ηπείρου και θα ήταν μια απλή νησιωτική χώρα, χωρίς ιδιαίτερη παγκόσμια επιρροή. Η Κίνα, παρά το δημογραφικό της όγκο, θα ήταν στην σκιά της νέας ευρασιατικής δύναμης.
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι κάθε προσπάθεια της Ευρώπης να αποκτήσει μια στρατηγική αυτονομία δημιουργεί αρνητικά αντανακλαστικά τόσο από την υφιστάμενη παγκόσμια δύναμη όσο και από τις φιλόδοξες για παγκόσμια επιρροή δυνάμεις.
Η ανάδειξη της ΕΕ ως ευρασιατικής δύναμης είναι δύσκολο να γίνει πραγματικότητα καθώς η Ρωσία είναι ένα αυταρχικό κράτος με αυτοκρατορικές φιλοδοξίες.
Από την άλλη πλευρά η ΕΕ είναι διασπασμένη πολιτικά και υπάρχουν ανταγωνιστικά και αποκλίνοντα εθνικά συμφέροντα που εμποδίζουν στον καθορισμό μιας ενιαίας στρατηγικής και πολιτικής ταυτότητας. Ταυτόχρονα, ενώ η ΕΕ επιζητά την πρόσβαση στους φυσικούς πόρους της Ρωσίας την ίδια στιγμή δεν την εμπιστεύεται.
Οι ΗΠΑ για να αποτρέψουν την όποια πιθανότητα να υπάρξει στενή συνεργασία της ΕΕ με τη Ρωσία ενισχύει τις αντιρωσικές φωνές μέσα στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Επιπλέον, τα θεσμικά κείμενα του ΝΑΤΟ θυμίζουν ότι η κύρια απειλή είναι η Ρωσία.
Όταν η ΕΕ προσπαθεί να αποκτήσει στρατιωτικές δυνατότητες, οι ΗΠΑ φορτικά ζητούν από τους ευρωπαίους συμμάχους τους να αυξήσουν τους αμυντικούς προϋπολογισμούς τους και να αναλάβουν μεγαλύτερο βάρος στην άμυνα της ευρωατλαντικής περιοχής.
Σε κάθε ευρωπαϊκή προσπάθεια για στρατηγική αυτονομία, το ΝΑΤΟ θυμίζει ότι υπάρχει για να προστατεύσει την Ευρώπη και με έμφαση υπογραμμίζει ότι είναι αντιοικονομικό και αναποτελεσματικό να δημιουργηθούν στρατιωτικές δυνατότητες από την ΕΕ.
Η δημιουργία μιας ΕΕ με στρατηγική αυτονομία και στρατιωτικές δυνατότητες θα επανάφερε την Ευρώπη στη διεθνή σκηνή και από αντικείμενο της διεθνής πολιτικής θα μεταμορφωνόταν σ’ έναν αποτελεσματικό γεωπολιτικό παίκτη.
Όμως, όσο η ΕΕ δεν πετυχαίνει τη στρατηγική της αυτονομία θα αποτελεί το «μήλο της έριδος» μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας που φιλοδοξεί να επανέλθει ως αυτοκρατορία. Οι δύο αυτοί γεωπολιτικοί παίκτες γνωρίζουν ότι όποιος ελέγχει την Ευρώπη δημιουργεί τις συνθήκες για τον έλεγχο της Ευρασίας.
Συμπερασματικά και παραφράζοντας ελαφρά τον «πατέρα» της αγγλοσαξωνικής γεωπολιτικής σχολής, Χάλφορντ Μάκιντερ θα μπορούσαμε να πούμε ότι: όποιος κερδίσει την Ευρώπη κερδίζει την Ευρασία και όποιος έχει την Ευρασία κερδίζει τον κόσμο.
Ο αντιστράτηγος (ε.α) Δημήτριος Μπονώρας είναι Επίτιμος Υπαρχηγός ΓΕΣ, Πρώην Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, ΜΑ στις «Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Σπουδές» του ΕΚΠΑ.
Πηγή: armyvoice.gr
Ακολουθήστε το Sahiel.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.