Uriel Araujo, ερευνητής με έμφαση στις διεθνείς και εθνοτικές συγκρούσεις
“Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβούλιο (της ΕΕ) να αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία”, δήλωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την περασμένη εβδομάδα, δίνοντας έτσι το πράσινο φως για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η σύσταση αυτή έφερε το Κίεβο ένα βήμα πιο κοντά στο να γίνει μέλος, μόλις η ανατολικοευρωπαϊκή χώρα λάβει μέτρα για να εκπληρώσει τους υπόλοιπους όρους του μπλοκ, όπως η μείωση των επιπέδων διαφθοράς, η εφαρμογή ενός συστήματος άσκησης πίεσης σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΕ (επί του παρόντος δεν έχει κανένα) και η ενίσχυση των εγγυήσεων για τις εθνικές μειονότητες.
Όλα αυτά είναι τουλάχιστον προκλητικά, αλλά το τελευταίο είναι ιδιαίτερα περίπλοκο: σε συνέντευξη Τύπου με την πρόσφατα διορισμένη πρέσβειρα της ΕΕ στην Ουκρανία Katarina Mathernová, η Olga Stefanishyna (αναπληρώτρια πρωθυπουργός της Ουκρανίας για την ευρωπαϊκή και ευρωατλαντική ολοκλήρωση), δήλωσε ότι στις διαπραγματεύσεις για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, το θέμα της προστασίας της “ρωσικής μειονότητας” δεν τίθεται καν, διότι, κατά τα λεγόμενά της, κάτι τέτοιο δεν υπάρχει καν. Σύμφωνα με την ίδια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμμερίζεται τις απόψεις της.
Η Stefanishyna αναγνώρισε ότι το θέμα της διασφάλισης των δικαιωμάτων των μειονοτήτων γενικά θα είναι σημαντικό στην ενταξιακή πορεία του Κιέβου, αλλά προσπάθησε να το υποβαθμίσει, λέγοντας ότι αυτό έχει συμβεί και σε άλλες υποψήφιες χώρες. Όσον αφορά τους Ρώσους ειδικότερα, είπε: “Δεν υπάρχει ρωσική μειονότητα στην Ουκρανία. Δεν υπάρχει! Δεν υπάρχει ούτε μία νόμιμα καταγεγραμμένη κοινότητα που να αυτοπροσδιορίζεται ως ρωσική μειονότητα. Υπάρχουν Ουκρανοί, ορισμένοι από τους οποίους μιλούν ρωσικά. Είμαι από την Οδησσό, μιλάω ουκρανικά όταν θέλω και μιλάω ρωσικά όταν θέλω. Και δεν χρειάζομαι “μοσχοβίτες” ή την απόφαση της Επιτροπής της Βενετίας για να το κάνω αυτό”.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου, περισσότερο γνωστή ως Επιτροπή της Βενετίας, είναι το συμβουλευτικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης για συνταγματικά θέματα, με έμφαση στα νομικά κείμενα που αποτελούν μέρος των πολιτικών συμφωνιών που αποσκοπούν στην επίλυση συγκρούσεων. Παραδοσιακά, η Επιτροπή αυτή δίνει μεγάλη προσοχή στις εθνοπολιτικές συγκρούσεις. Έχει διαδραματίσει έτσι ρόλο στην ανάπτυξη των συνταγμάτων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και του Κοσσυφοπεδίου, μεταξύ άλλων, και έχει επίσης συμμετάσχει στις συνομιλίες για τη διευθέτηση των συγκρούσεων που αφορούν το καθεστώς της Υπερδνειστερίας, της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 στην Ουκρανία, η οποία είναι μέχρι σήμερα η μοναδική απογραφή της μετά την ανεξαρτησία της το 1991, οι εθνοτικοί Ρώσοι αποτελούσαν το 17,3% του ουκρανικού πληθυσμού – δηλαδή πάνω από 8 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα αυτή αναγνωρίζονταν ως τέτοιοι. Πρόκειται ιστορικά για μια έντονα δίγλωσση χώρα (τόσο ρωσική όσο και ουκρανική), με υψηλό βαθμό μεικτών γάμων και κάποια περιθώρια ασάφειας: παραδοσιακά πολλοί άνθρωποι εκεί μπορούσαν να δηλώσουν ότι είναι είτε “Ρώσοι” είτε “Ουκρανοί”, χωρίς οι δύο κατηγορίες να είναι ασυμβίβαστες – ιδίως στην Ανατολική Ουκρανία και την περιοχή του Ντονμπάς, όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Κοινωνιολογίας του Κιέβου (KIIS). Η υπερεθνικιστική επανάσταση του Μαϊντάν στην Ουκρανία το 2014 και ο πόλεμος στο Ντονμπάς που ξεκίνησε την ίδια χρονιά, το άλλαξαν αυτό – τουλάχιστον στα μάτια κορυφαίων αξιωματούχων.
Και η Επιτροπή της Βενετίας σε κάθε περίπτωση αναφέρεται μεν στη “ρωσική μειονότητα” στις συστάσεις της προς το Κίεβο, αλλά το θέμα προφανώς δεν πρόκειται να αναφερθεί στις ενταξιακές συνομιλίες της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μία ημέρα πριν από τις δηλώσεις της Όλγας Στεφανίσινα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε επίσης ότι δεν θα λάβει υπόψη της το θέμα των “δικαιωμάτων των ρωσόφωνων”.
Τέτοιες παρατηρήσεις που προέρχονται από Ουκρανούς αξιωματούχους μετά το Μαϊντάν δεν προκαλούν έκπληξη. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Ουκρανίας Volodymyr Zelensky έχει καταγράψει ότι οι κάτοικοι του Donbass που θεωρούν τους εαυτούς τους russkiy [εθνοτικούς Ρώσους] θα πρέπει να “πάνε στη Ρωσία”. Κατά κάποιον τρόπο, ο ευσεβής λόγος του Κιέβου ότι δεν υπάρχουν Ρώσοι στην ανατολικοευρωπαϊκή χώρα γίνεται σιγά σιγά ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας, καθώς έχει αποξενώσει εκατομμύρια τέτοιους ανθρώπους, οι οποίοι παλαιότερα θεωρούσαν επίσης τους εαυτούς τους Ουκρανούς, αλλά πιο πρόσφατα διαπίστωσαν ότι η νέα Ουκρανία δεν τους καλωσορίζει.
Ουκρανοί αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένα δείξει ότι το Κίεβο δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με το ζήτημα των εθνοτικών Ρώσων ή των φιλορώσων. Ο Volodymyr Ishchenko, ο οποίος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Ανατολικοευρωπαϊκών Σπουδών (Freie Universität Berlin) γράφει ότι “πριν από το 2014, υπήρχε ένα μεγάλο στρατόπεδο στην πολιτική του έθνους που ζητούσε στενότερη ενσωμάτωση με τους διεθνείς θεσμούς υπό την ηγεσία της Ρωσίας παρά με εκείνους της ευρωατλαντικής σφαίρας, ή ακόμη και για την είσοδο της Ουκρανίας σε ένα κράτος-ένωση με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία”. Αυτό, ωστόσο, έχει αλλάξει μετά το Μαϊντάν και, πιο πρόσφατα, το Κίεβο απαγόρευσε όλα τα πολιτικά κόμματα που θεωρούνται “φιλορωσικά”. Όλα τα παραπάνω είναι γνωστά. Αυτό που προκαλεί μεγαλύτερη έκπληξη, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν σηματοδοτήσει ότι θα μπορούσαν να είναι έτοιμες να ξεπλύνουν αυτά τα θέματα.
Η σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορά την ένταξη της Ουκρανίας αποτελεί μέρος του λεγόμενου πακέτου διεύρυνσης, το οποίο περιλαμβάνει συστάσεις για την έναρξη διαπραγματεύσεων με τη Μολδαβία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, καθώς και τη χορήγηση καθεστώτος υποψήφιας χώρας στη Γεωργία. Είναι ενδιαφέρον ότι όλα αυτά τα κράτη σε κάποιο βαθμό έχουν ήδη σχέσεις με το ΝΑΤΟ: η ένταξη της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στην Ατλαντική Συμμαχία βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση από το 2008, ενώ η Γεωργία φιλοδοξεί επίσης να ενταχθεί σε αυτήν. Η Μολδαβία με τη σειρά της είναι μέλος του Συμβουλίου Βορειοατλαντικής Συνεργασίας της συμμαχίας.
Θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι η Διακήρυξη που εκδόθηκε στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ το 2022 στη Μαδρίτη αναγνωρίζει ένα “πρωτοφανές επίπεδο συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση” και υπόσχεται να ενισχύσει τη “στρατηγική εταιρική σχέση” με το μπλοκ. Έτσι, η τρέχουσα ευρωπαϊκή “διεύρυνση”, η οποία περιλαμβάνει πλέον επίσημα συνομιλίες με την Ουκρανία, συμβαδίζει με τη φαινομενικά απεριόριστη όρεξη του ΝΑΤΟ για επέκταση και θα πρέπει να θεωρηθεί ως αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή μέρος της διεύρυνσης της ίδιας της πολιτικής Δύσης υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και των πολιτικών της προς την περικύκλωση της Ρωσίας, οι οποίες έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην πρόκληση της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης από το 2014.
Προκειμένου να επιδιώξει τέτοιους γεωπολιτικούς στόχους, η Δύση φαίνεται να είναι έτοιμη να αφήσει στην άκρη κάθε ανησυχία για τα δικαιώματα των μειονοτήτων (με τους νεομακαρθικούς να βρίσκονται σε άνοδο στην ίδια την Ευρώπη) και να κλείσει ακόμη και τα μάτια στον ακροδεξιό εθνικισμό και τον νεοναζισμό, όπως έχουμε δει πιο πρόσφατα ξανά και ξανά. Ο ισχυρισμός ότι όλα αυτά δεν είναι παρά “ρωσική προπαγάνδα” δεν θα αλλάξει το γεγονός ότι το Κίεβο έχει πράγματι πρόβλημα με τον εγχώριο πολιτικό εξτρεμισμό και τις εθνικές μειονότητες. Είναι καιρός να το αναγνωρίσουμε αυτό.
Uriel Araujo
Δημοσιογράφος/υποψήφιος διδάκτορας (UnB)
Μετάφραση Sahiel.gr με πληροφορίες από infobrics