Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση την οποία διεξήγαγαν Έλληνες εναντίον των Οθωμανών με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.
Οι απαρχές του ελληνικού εθνικού κινήματος που οδήγησε στην Επανάσταση εμφανίζονται πολλούς αιώνες αργότερα, στην ώριμη φάση του νεοελληνικού Διαφωτισμού το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Μία από τις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν μέσα σε αυτό το ιδεολογικό και πολιτικό κλίμα ήταν η Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό με σκοπό την προετοιμασία μιας ελληνικής επανάστασης. Οι Φιλικοί αφήνοντας να εννοηθεί ότι είχαν τη στήριξη της τσαρικής Ρωσίας, να προσεταιριστούν τα παραδοσιακά ελληνορθόδοξα στρώματα.
Τον Φεβρουάριο του 1821 ο αρχηγός της Εταιρείας, Αλέξανδρος Υψηλάντης, εισέβαλε στη Μολδοβλαχία, ενώ τον επόμενο μήνα οι Φιλικοί δημιούργησαν επαναστατικές εστίες από τη Μακεδονία ως την Κρήτη. Οι επαναστάτες αφορίστηκαν από τη σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά οι οθωμανικές αρχές προχώρησαν σε σφαγές αμάχων και εκτελέσεις προυχόντων, συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’.
Η εκστρατεία του Υψηλάντη απέτυχε και σε σύντομο χρονικό διάστημα τα οθωμανικά στρατεύματα έσβησαν τις περισσότερες από τις επαναστατικές εστίες της ηπειρωτικής Ελλάδας, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου.
Τα επόμενα δύο χρόνια οι Έλληνες εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία των Οθωμανών να επικεντρωθούν στην επανάσταση λόγω των πολλαπλών ανοιχτών μετώπων που είχαν νίκησαν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, οργανώθηκαν πολιτικά και συνέστησαν προσωρινή κεντρική διοίκηση, η οποία επέβαλε την εξουσία της στους επαναστατημένους μετά από δύο εμφυλίους πολέμους. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου, το 1826, σε συνδυασμό με το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών Μεγάλων Δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης.
Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, τη γαλλική εκστρατεία του Μοριά και το ρωσοτουρκικό πόλεμο συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.
Το 1827 επιλέχτηκε ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελληνικής Πολιτείας ο Ιωάννης Καποδίστριας, που ως τη δολοφονία του το 1831 ασχολήθηκε με την αναδιοργάνωση στο εσωτερικό και την προώθηση των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό. Από το 1827 και εξής συνομολογήθηκε μια σειρά συνθηκών και τελικά η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε το 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου.
Σύμφωνα με τον θρύλο της Αγίας Λαύρας, η Ελληνική Επανάσταση στην Πελοπόννησο ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, όταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας στα Καλάβρυτα.
Η άποψη αυτή γνώρισε μεγάλη διάδοση ήδη από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια: Η θρυλική αυτή σκηνή αναφέρεται σε πλήθος πηγών και οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις της αναπαράχθηκαν μαζικά. Από τον 19ο αιώνα, ορισμένοι ιστορικοί θεωρούσαν τη διήγηση αυτή φανταστική. Επίσης και ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί δέχονται πως ο θρύλος στερείται ιστορικής βάσης και είναι εμπνευσμένος από τον Γάλλο φιλέλληνα Φρανσουά Πουκεβίλ, ή δεν αναφέρονται καθόλου σ’ αυτόν.
Ο θρύλος της κήρυξης της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα κατέχει σημαντική θέση στην ελληνική δημόσια ιστορία και αποτελεί αντικείμενο ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Διδασκόταν ως γεγονός στα ελληνικά σχολεία μέχρι το 1982, αλλά έχει απαλειφθεί από τα νεότερα βιβλία ιστορίας, στα οποία η 25η Μαρτίου αναφέρεται απλώς ως η καθιερωμένη ημερομηνία εορτασμού της επετείου της Επανάστασης.
[ΠΗΓΗ]