Από τον Απόστολο Αποστόλου
Για τον Μακιαβέλι πετυχημένος ηγέτης είναι εκείνος που «όταν τον κατηγορούν για τις πράξεις του, ταυτόχρονα θα τον δικαιολογούν και για τα αποτελέσματά του».
Αυτό το έχουν αναλάβει τα Μέσα Μαζικής Χειραγώγησης και το εκτελούν με επιτυχία για να προστατεύουν τις πολιτικές μαριονέτες της εποχής μας. Βλέπετε Μέσα Μαζικής Χειραγώγησης και οι ψυχοτεχνικοί της συμπεριφοράς έχουν καταλάβει ότι ο σύγχρονος πολίτης ως Νευρωσικός Σκλάβος απεξαρθρώνεται όλο και περισσότερο από τη διεκδίκηση και βολεύεται στο σκεπασμένο νόημα της δικαιολογίας και έτσι τον καθιστούν ακόμη περισσότερο εύπλαστο στο να δικαιολογεί.
Έμαθε να δικαιολογεί τον εαυτό του και μαζί να δικαιολογεί και τα αφεντικά του. Από την εποχή της καταναλωτικής φρενίτιδας ο Έλληνας πολίτης αγκυροβόλησε στις αγκυλωτές παραδοχές όπου δικαιολογούνται τα πάντα και γίνονται όλα μια κατ’ εφαπτόμενη παραλογία που λέγεται συναίνεση με κάθε τρόπο και με κάθε θυσία.
Ο Ζαν Ζιονό είχε υποψιαστεί ότι ο άνθρωπος και η επιστήμη θα φτιάξουν ένα «μονοειδή» πολίτευμα που θα βασίζεται στον πιο ακραίο οπορτουνισμό της συναίνεσης.
Δεν έπεσε έξω.
Αυτή την παρωδία του οπορτουνισμού βιώνουμε που για να συντελεστεί έχει ανάγκη τη συναίνεση που όμως αποτελεί και το θάνατο της αντίστασης, της άρνησης (Ποτέ και Πουθενά χωρίς ΔΕΝ, έλεγε κάποτε ο ποιητής).
Όλα λοιπόν, στη θυσία της συναίνεσης. Λογική, αξιοπρέπεια, επιβίωση, όλα γίνονται έλξη προς τη συναίνεση και φυγή από την αντίσταση. Θα λέγαμε μάλιστα ότι ο πολίτης δε βάζει ένα τέλος στον ενεστώτα του ρήματος συναινώ, αλλά κρατά την ψιλή κυριότητα του και κτίζει μια νεοκοσμική οδό της παγκοσμιοποιημένης σημασίας. Όπου τα αινίγματα δεν υπάρχουν και έχουν αντικατασταθεί από τις αδιαφάνειες, οι αντιστάσεις έχουν ταξιδέψει σε άλλους γαλαξίες και τα θέλω τελούν διαρκώς υπό αίρεση.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά;
Γιατί ο Έλληνας πολίτης θα κληθεί απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα για μια ακόμη φορά να συναινέσει σε ιεραρχήσεις, σε κανονικότητες και σε καταμερισμούς, μιας συγκυβέρνησης που θα προκύψει με τις νέες εκλογές όποτε εκείνες γίνουν.
Από τώρα υπογράφονται τα συμβόλαια σήμανσης της νέας εποχής από τους πολιτικούς αρχηγούς και τα πολιτικά κόμματα για να μπούμε σε μια κουλτούρα των συναινετικών πολιτικών συγκυβερνήσεων.
Το μέλλον της πολιτικής μας εξέλιξης θα είναι εκείνο των ιταλικών πολιτικών προδιαγραφών. Με μια διαφορά ότι η Ιταλία έχει αναπτύξει μια ανάλογη κουλτούρα, ενώ για εμάς αν εξαιρέσουμε δύο αποτυχημένες προσπάθειες στο παρελθόν αποτελεί δυσκολία. Συγκεκριμένα θα είναι σαν να υποχρεωθούμε να περάσουμε τον Αλιάκμονα από την τρύπα μιας βελόνας. Οι Έλληνες έχουν κατακτήσει μια άλλη εμπειρία που λέει ότι η κουλτούρα συγκυβέρνησης είναι κουλτούρα συνενοχής.
Και δικαιολογημένα γιατί το παρελθόν – από το πρόσφατο με τα μνημόνια έως το παλαιότερο «το βρόμικο 89» – έδειξε πως εκεί γεννιούνται απροσμέτρητες συναλλαγές και ροπές ακόμη περισσότερων κολασμένων εξουσιαστικών καταστάσεων.
Είμαστε άπροικοι εκεί, (αν και διαθέτουμε μια πλούσια παιδεία κοινωνικού συνεργητισμού από τον Θουκυδίδη με την «ομαιχμία» έως την βυζαντινή «παγκοινιά») αλλά θα φροντίσουν τα αφεντικά να μας προσαρμόσουν και πάλι. Έτσι και αλλιώς και άλλες ευρωπαϊκές χώρες (όπως η Γαλλία για παράδειγμα) το ίδιο παγκοσμιοποιημένο σενάριο θα εκτελέσουν.
Ετοιμάζονται λοιπόν να μας βάλουν σε μια λογική γυμναστική που θα μας δείχνει τα συμφέροντα της συναινετικής συγκυβέρνησης. Ουσιαστικά όμως θα πρόκειται για έναν κοινοβουλευτικό αυταρχισμό των κομμάτων της διακυβέρνησης.
Η διακυβερνητική μολπή που αποτελεί για μια ακόμη φορά μια μονοφυσιτική απόπειρα να επιβάλλει μόνιμες εξουσιαστικές ιδεοληψίες και ολοκληρωτισμούς θα σερβιριστεί ως αναγκαία συνθήκη σαν και αυτή που πρότεινε ο Λένιν στο συνέδριο των συνδικάτων λέγοντας ότι: «Έτσι θα νικήσει η πειθαρχία η αφομοίωση και η ενότητα της θέλησης».
Αλλά το συγκεκριμένο εγχείρημα θα ακουμπά στα όσα έλεγε ο Αλέξης ντε Τοκβίλ στο «Η Δημοκρατία της Αμερικής». «Οι ηγεμόνες θέλουν κατά κύριο λόγο να υλοποιήσουν τη βία, με τέτοιο τρόπο ώστε τα δημοκρατικά πολιτεύματα των ημερών μας θα την καταστήσουν να φαίνεται διανοητική, όπως ακριβώς και την ανθρώπινη θέληση να εμφανίζεται ως ελεύθερη, ενώ όμως θα είναι πλήρως εξαναγκαστική…».
Οι νέες συγκυβερνήσεις που ονειρεύονται να υλοποιήσουν κάποιοι εκεί ακριβώς θα πατήσουν. Με Στουρνάρα ή με Σχοινά ή με κάποιον άλλο δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από μια κομματική ποσοτική εξουσία που θα καταλύει τις δημοκρατικές στιγμές.
Απόστολος Αποστόλου. Καθηγητής φιλοσοφίας.